- Ὑλάτου
- Ὕλατοςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι … Dictionary of Greek
Κούριον — Αρχαία πόλη της Κύπρου, 16 χλμ. Δ της Λεμεσού, σήμερα γνωστή με την ίδια ονομασία και μερικώς αναστηλωμένη. Χτισμένη στους προϊστορικούς χρόνους (ίσως τον 14o αι. π.Χ.) από Αχαιούς, κοντά στη θάλασσα και επάνω σε βραχώδες ύψωμα, απρόσβλητο από… … Dictionary of Greek
Ταμασσός — Πόλη της αρχαίας Κύπρου, στο κέντρο του νησιού. Ο Όμηρος την αποκαλεί Ταμέα, και τα πλούσια ορυχεία χαλκού που βρίσκονταν κοντά της λειτουργούσαν έως την εποχή των Ρωμαίων. Ένας βασιλιάς της, ο Πασίκυπρις, ήταν τόσο άσωτος και σπάταλος, ώστε… … Dictionary of Greek